ΧΗΜΙΚΕΣ ΟΥΣΙΕΣ ΑΠΟ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΕΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΕΝΤΟΠΙΣΤΗΚΑΝ & ΣΕ ΚΑΡΚΙΝΟΥΣ ΜΑΣΤΟΥ
Περισσότερα από 200 επικίνδυνα χημικά "μεταναστεύουν" από τις συσκευασίες στον ανθρώπινο οργανισμό. Πως να προστατευτούμε.
Σχεδόν 200 χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στις συσκευασίες τροφίμων, αλλά και στα πλαστικά σκεύη αποθήκευσης, συνδέονται με τον καρκίνο του μαστού.
Αυτές οι ουσίες «μεταναστεύουν» στα τρόφιμα για να φτάσουν μέσω της κατανάλωσής τους στον ανθρώπινο οργανισμό, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Frontiers Of Toxicology.
H συγγραφέας της μελέτης Jane Muncke, επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι «υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις για 76 γνωστές ή πιθανές καρκινογόνες ουσίες που ενοχοποιούνται για καρκίνο του μαστού και οι οποίες εντοπίστηκαν σε υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα και μπορούν να ανιχνευτούν πλέον στο ανθρώπινο σώμα». Ενοχοποιούνται οι συσκευασίες τροφίμων, αλλά και πλαστικά ήδη κουζίνας, μεταξύ άλλων και τραπεζομάντιλα όπως αυτά που χρησιμοποιούμε σε γενέθλια.
Το γεγονός ότι 40 από αυτές τις χημικές ουσίες – που εντοπίστηκαν κατά τη διάρκεια της μελέτης σε συσκευασίες τροφίμων και έχουν συνδεθεί σε επίσης πρόσφατη αντίστοιχη έρευνα με την εκδήλωση καρκίνου του μαστού- φιγουράρουν στη λίστα των ρυθμιστικών φορέων Παγκοσμίως ως επικίνδυνες, έχει προκαλέσει μεγάλη ανησυχία στους ερευνητές.
ΟΙ ΟΥΣΙΕΣ ΠΟΥ ΙΧΝΗΛΑΤΗΘΗΚΑΝ ΣΕ ΤΡΩΚΤΙΚΑ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟ ΜΑΣΤΟΥ, ΕΝΤΟΠΙΣΤΗΚΑΝ ΚΑΙ ΣΕ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΕΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Η επιστημονική ομάδα χρησιμοποίησε τα στοιχεία επίσης πρόσφατης μελέτης σε τρωκτικά, στα οποία χορηγήθηκε σειρά επικίνδυνων χημικών ουσιών ώστε να μελετηθεί ενδεχόμενη διατάραξη των οιστρογόνων ή της προγεστερόνης και η δημιουργία όγκων στους μαστούς τους.
Η μελέτη κατέγραψε 279 καρκινογόνες ουσίες στους μαστούς των τρωκτικών και 642 άλλες ουσίες που διέγειραν τις πολύ σημαντικές ορμόνες για την σεξουαλική και αναπαραγωγική κατάσταση της γυναίκας.
Συγκρίνοντας τη λίστα χημικών της έρευνας αυτής με τα δεδομένα της δικής τους μελέτης, οι ερευνητές βρήκαν ότι 189 (δηλαδή το 21%) από τις πιθανές καρκινογόνες για τον μαστό ουσίες, έχουν μετρηθεί σε συσκευασίες που έρχονται σε επαφή με τα τρόφιμα.
Προσθέτοντας στην εξίσωση και τα αποτελέσματα άλλων ερευνών που δημοσιεύθηκαν το χρονικό διάστημα από το 2020 έως το 2022, οι επιστήμονες εντόπισαν 76 καρκινογόνες ουσίες πιθανώς υπεύθυνες για καρκίνο του μαστού σε συσκευασίες τροφίμων που πωλούνται σε αγορές σε όλο τον κόσμο. Το εύρος της έκθεσης του πληθυσμού στα χημικά και η συχνότητα αυτής, χαρακτηρίζεται ως ο κανόνας και όχι η εξαίρεση.
ΤΑ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΧΗΜΙΚΑ ΠΟΥ ΠΕΡΝΟΥΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΤΡΟΦΙΜΑ ΚΑΙ ΤΙ ΠΡΟΚΑΛΟΥΝ
Κατά την έρευνα , εντοπίστηκαν σε προϊόντα που εμπεριέχονταν σε τέτοιες συσκευασίες χημικές ουσίες όπως το Βενζόλιο, που θεωρείται καρκινογόνο και έχει συνδεθεί με τον καρκίνο του μαστού σε ζώα και ανθρώπους.
Επίσης, η ουσία 4′-μεθυλενοδισ(2-χλωροανιλίνη), ένα πιθανό καρκινογόνο που συνδέεται με τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης, η 2,4-Τολουολοδιαμίνη, που βρέθηκε ότι προκαλεί καρκίνο του μαστού και άλλους καρκίνους σε ζώα, και οι ουσίες 3,3′-Διμεθυλβενζιδίνη και ο-Τολουιδίνη, οι οποίες βρίσκονται στις βαφές που χρησιμοποιούνται για το χρωματισμό του πλαστικού και του χαρτιού.
Οι χημικές ουσίες της οικογένειας PFAS (που ανιχνεύτηκαν όπως θα δούμε παρακάτω και σε χάρτινες εκτός από πλαστικές συσκευασίες), συνδέονται με υψηλή χοληστερόλη, καρκίνο και διάφορες χρόνιες ασθένειες, καθώς και με περιορισμένη απόκριση αντισωμάτων στα εμβόλια τόσο σε ενήλικες όσο και σε παιδιά, σύμφωνα με έκθεση των Εθνικών Ακαδημιών Επιστημών, Μηχανικής και Ιατρικής.
Οι φθαλικές ενώσεις έχουν συνδεθεί με την παιδική παχυσαρκία, το άσθμα, τα καρδιαγγειακά προβλήματα, τον καρκίνο και τον πρόωρο θάνατο σε άτομα ηλικίας 55 έως 64 ετών.
Η δισφαινόλη Α, ή BPA, διαταράσσει το ενδοκρινικό σύστημα και συνδέεται με εμβρυϊκές ανωμαλίες, χαμηλό βάρος γέννησης και διαταραχές του εγκεφάλου και της συμπεριφοράς σε βρέφη και παιδιά. Στους ενήλικες, η χημική ουσία έχει συνδεθεί με την ανάπτυξη διαβήτη, καρδιακών παθήσεων, στυτικής δυσλειτουργίας, καρκίνου και 49% υψηλότερο κίνδυνο πρόωρου θανάτου μέσα σε 10 χρόνια.
ΤΑ ΠΛΑΣΤΙΚΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΟΝΟΣ «ΕΝΟΧΟΣ». ΚΑΙ ΣΤΑ ΧΑΡΤΙΝΑ ΕΝΤΟΠΙΣΤΗΚΑΝ ΧΗΜΙΚΑ.
Κάποιες από αυτές τις χημικές ουσίες με τις τοξικές ιδιότητες προέκυψαν μέσω της βαφής αυτών των συσκευασιών. Μάλιστα εντοπίστηκαν όχι μόνο σε πλαστικά, αλλά επίσης σε χαρτί, χαρτόνι και παρόμοια υποπροϊόντα.
Κατά την έρευνα διαπιστώθηκε μεν ότι το μεγαλύτερο μέρος των καρκινογόνων ουσιών εκλύονταν από πλαστικές συσκευασίες τροφίμων, ωστόσο προκαλεί βαθύτατες ανησυχίες το γεγονός ότι 89 από αυτές βρέθηκαν σε χάρτινα κουτιά.
Η εξήγηση σύμφωνα με τους ερευνητές της μελέτης είναι ότι το χαρτί έχει επίσης “πρόσθετα” όπως γαλακτωματοποιητές και κόλλες. Στις χάρτινες συσκευασίες συχνά υπάρχει ένα λεπτό στρώμα πλαστικού στον πάτο, ή στα τοιχώματα (κύπελα καφέ, περιτυλίγματα χύμα προιόντων), που χρησιμοποιείται ως στεγανοποιητικό των υγρών. Αυτό εντοπίστηκε να εμπεριέχει PFAS, (φθαλικές ενώσεις, δισφαινόλες, πολυφθοροαλκυλικές) και άλλες ανησυχητικές χημικές ουσίες, που συνήθως χρησιμοποιούνται για να κάνουν το πλαστικό εύκαμπτο.
ΤΟ ΣΥΝΘΕΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ
Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η αύξηση των περιπτώσεων καρκίνου του μαστού στις νεότερες γυναίκες δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο με γενετικά αίτια.
Ο Δρ. Λεν Λίχτενφελντ, πρώην αναπληρωτής επικεφαλής της Αμερικανικής Αντικαρκινικής Εταιρείας, επισημαίνει στο CNN ότι πρέπει να εξεταστούν διάφοροι παράγοντες που μπορεί να επηρεάζουν αυτή την αύξηση, όπως η παχυσαρκία, η κατανάλωση αλκοόλ, η έλλειψη άσκησης και φυσικά η έκθεση σε χημικές ουσίες στο περιβάλλον μας, όπως εκείνες που βρίσκονται στις συσκευασίες τροφίμων.
«Η κατανάλωση τροφίμων που είναι συσκευασμένα σε πλαστικά και άλλα υλικά που περιέχουν τοξικές ουσίες μπορεί να αυξήσει τη συνολική έκθεση σε καρκινογόνους παράγοντες. Η συνεχής αυτή έκθεση μπορεί να μην είναι άμεσα αισθητή, αλλά με την πάροδο του χρόνου αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο ανάπτυξης ασθενειών όπως ο καρκίνος του μαστού».
ΤΟ «ΓΑΪΤΑΝΑΚΙ» ΤΗΣ ΜΟΛΥΝΣΗΣ ΚΑΙ ΠΩΣ ΝΑ ΕΛΑΧΙΣΤΟΠΟΙΗΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ
Από την πηγή της παραγωγής, τη συσκευασία και τελικά την προετοιμασία, τη διατήρησή, το σερβίρισμα, και τέλος την κατανάλωση, η τροφή μας γίνεται «κοιτίδα» σειράς καρκινογόνων χημικών ουσιών που συνδέονται με τον καρκίνο του μαστού αλλά και άλλους καρκίνους.
Με τη σκέψη ότι το καλύτερο είναι το λιγότερο κακό και εφόσον οι Παγκόσμιοι μηχανισμοί παραμένουν ράθυμοι, οι μελετητές μας προτρέπουν να:
Αποφεύγουμε να τσιγαρίζουμε το φαγητό: Το κρέας από μοσχάρι, χοιρινό, ψάρι ή κοτόπουλο απελευθερώνουν χημικές ουσίες που βλάπτουν το DNA όταν ψήνονται σε υψηλές θερμοκρασίες ή πάνω από φλόγα (τζάκι, ψησταριά). Να ανάβουμε απορροφητήρα ή εξαερισμό κατά τη διάρκεια του μαγειρέματος, προκειμένου να ελαχιστοποιήσουμε την έκθεση σε αυτές τις ουσίες.
Αφαιρούμε το λίπος: Χημικές ενώσεις όπως τα πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCBs) συσσωρεύονται στο λίπος, το οποίο θα πρέπει να αφαιρούμε, όπως και την πέτσα, από το κρέας και το ψάρι πριν το μαγείρεμα. Να αποφεύγουμε δε να χρησιμοποιούμε αυτό το λίπος στο μαγείρεμα άλλων υλικών (ρύζι, μακαρόνια, κ.λπ.) ή να το χρησιμοποιούμε ως σάλτσα στο πιάτο.
Να επιλέγουμε μικρότερα θαλασσινά καθώς περιέχουν λιγότερο υδράργυρο και άλλες τοξίνες σε σχέση με τα μεγαλύτερα σε ηλικία θαλασσινά.
Να αποφεύγουμε τις κονσέρβες. Αν και σε αρκετά κονσερβοποιημένα τρόφιμα και χάρτινες συσκευασίες δεν χρησιμοποιείται πλέον Βισφαινόλης Α (BPA), ορισμένες εταιρίες εξακολουθούν να χρησιμοποιούν αυτή τη χημική ουσία στις συσκευασίες τους. Οι επιστήμονες διατηρούν τις επιφυλάξεις τους και για τις ακρυλικές και πολυεστερικές ρητίνες καθώς και το πολυβινυλοχλωρίδιο (PVC) που χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατα.
Να επιλέγουμε βιολογικά προϊόντα κρέατος και γαλακτοκομικών, έναντι των συμβατικών, καθώς ενώ τα βαρέα μέταλλα δεν αποκλείονται, τουλάχιστον αυτά, εκτίθενται σε λιγότερα φυτοφάρμακα.
Να πετάξουμε τα πλαστικά δοχεία φύλαξης, καθώς η αποθήκευση και το ψήσιμο των τροφίμων σε γυαλί και όχι σε πλαστικό, είναι ασφαλέστερη.
Να μην χρησιμοποιούμε αντικολλητικά τηγάνια, πλαστικά μπουκάλια και συσκευές, αλλά να τα αντικαταστήσουμε με γυάλινα, ή από ανοξείδωτο χάλυβα, σκεύη.
Η ΝΕΑ ΕΡΕΥΝΑ ΠΟΥ «ΚΑΙΕΙ» ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΚΑΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Χαρακτηριστικές της κρισιμότητας της κατάστασης είναι οι αυστηρές αναφορές της συγγραφικής επιστημονικής ομάδας, στην Ευρωπαϊκή Πολιτική όσον αφορά στο συγκεκριμένο ζήτημα, αλλά και στις ρυθμιστικές αρχές των χωρών:
«Πολλές χώρες διαθέτουν νομοθεσία σχετική με το υλικό που πρέπει να έρχεται σε επαφή με τρόφιμα (FCM) υποστηρίζοντας ότι οι πολίτες προστατεύονται από επικίνδυνες χημικές ουσίες, όπως τα γονιδιοτοξικά καρκινογόνα (που προκαλούν μη αναστρέψιμη γενετική βλάβη ή μεταλλάξεις δεσμευόμενες στο DNA). Παρά τους κανονισμούς αυτούς, οι καρκίνοι που σχετίζονται με επιβλαβείς χημικές εκθέσεις είναι ιδιαίτερα διαδεδομένοι, ειδικά ο καρκίνος του μαστού».
Είναι κοινός τόπος, ότι η μείωση της έκθεσης του πληθυσμού Παγκοσμίως σε πιθανές καρκινογόνες για τον μαστό και όχι μόνο ουσίες, μπορεί να επιτευχθεί μέσω της αλλαγής πολιτικής στην αξιολόγηση και τη διαχείριση των χημικών ουσιών που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα.
Ο υπάρχων κανονισμός 1935/2004/ΕΚ που εφαρμόζεται σε οποιοδήποτε υλικό έρχεται σε επαφή με τρόφιμα (FCM), είναι εξαιρετικά γενικόλογος: Η χρήση οποιασδήποτε ουσίας που είναι επιβλαβής για την ανθρώπινη υγεία και δυνητικά μεταβιβάσιμη στα τρόφιμα δεν επιτρέπεται για την παραγωγή FCM ή ως πρόσθετο.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υιοθετήσει μια επίσης αφηρημένη προσέγγιση διαχείρισης του κινδύνου, στο πλαίσιο της στρατηγικής της για τα Χημικά για την Αειφορία (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2020). Η απόφαση αυτή επικεντρώνεται στον εντοπισμό των εγγενών ιδιοτήτων του κινδύνου μιας ουσίας, ή την περιβαλλοντική της ανθεκτικότητα. Εάν δηλαδή διαπιστωθεί ότι μια ουσία έχει τέτοιες ανησυχητικές επικίνδυνες ιδιότητες, επισημαίνεται ότι θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν περιορισμοί ή απαγορεύσεις χωρίς να απαιτείται εκτενής απόδειξη της ανθρώπινης έκθεσης.
Ωστόσο, όπως αναφέρουν και οι συγγραφείς της μελέτης, οι ελλείψεις και τα κενά στο σύστημα είναι τέτοια, που παρά τα σοβαρά στοιχεία που προκύπτουν από τις τελευταίες έρευνες, δεν είναι προς το παρόν δυνατή η ενεργοποίηση μιας νέας τακτικής.
Αναφέρεται η χαρακτηριστική η περίπτωση του στυρένιου που ακόμη και σήμερα χρησιμοποιείται ευρέως από τις Βιομηχανίες για τις συσκευασίες, παρά του ότι εδώ και τέσσερις δεκαετίες έχει στοχοποιηθεί για έκλυση επικίνδυνων ουσιών που περνούν αποδεδειγμένα στα τρόφιμα. Μάλιστα η ουσία έχει ταξινομηθεί ως ύποπτη τοξική (ECHA , 2013) και ως καρκινογόνος (OEHHA, 2014), ενώ η χρήση της έρχεται σε αντίθεση με την στρατηγική περί Αειφορίας.
Όπως επισημαίνουν οι συγγραφείς της μελέτης, «εγείρεται το ερώτημα εάν το τρέχον ρυθμιστικό σύστημα που βασίζεται στην αξιολόγηση του κινδύνου, δημιουργεί τελικά ένα ψευδές αίσθημα ασφαλείας».
Προσθέτουν δε, ότι ο βαθμός στον οποίο ο πληθυσμός εκτίθεται σε επικίνδυνες χημικές ουσίες μέσω των προϊόντων καθημερινής κατανάλωσης θα πρέπει να γίνει σαφέστερος, μέσω ρυθμιστικών μηχανισμών που να μπορούν να ανταποκρίνονται γρήγορα στα νέα επιστημονικά στοιχεία. «Είναι απαραίτητο να βρεθεί μια ισορροπία μεταξύ της προστασίας της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος και της διατήρησης της τεχνολογικής και οικονομικής βιωσιμότητας».
ΟΛΑ «OΚ» ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ Ο FDA ΛΙΓΕΣ ΜΕΡΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ
Με μια σαφή και αυστηρή κριτική, οι μελετητές στοχοποιούν τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) στηλιτεύοντας τις υπηρεσίες του για την ασθενική τους αντίδρασή απέναντι στις ανησυχίες αλλά και τις έρευνες σχετικά με τις χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στα τρόφιμα.
Επιπλέον αναφέρουν, ότι παρά το γεγονός της συμμόρφωσης των εταιριών με τα πρότυπα ασφαλείας που θέτει ο FDA, ο Οργανισμός εξακολουθεί να επιτρέπει τη χρήση επικίνδυνων ουσιών στις συσκευασίες τροφίμων, ορισμένες εκ των οποίων έχουν ήδη χαρακτηριστεί ως ακατάλληλες από ρυθμιστικούς οργανισμούς παγκοσμίως.
Λίγες ημέρες αργότερα, ο FDA συσκέπτεται και εκδίδει ανακοίνωση, στην οποία αποφεύγει να μιλήσει εκτενώς για τις νέες επιστημονικές αναλύσεις, αρκούμενος να επισημάνει ότι τις εξετάζει.
Ωστόσο στο μακροσκελές κείμενό του επιλέγει να αναφερθεί κυρίως στο κομμάτι των φυτοφαρμάκων και των χημικών κατά την παραγωγή των τροφίμων και όχι εκείνων που αφορούν στις συσκευασίες το οποίο δείχνει να θεωρεί περισσότερο ελεγχόμενο αναφερόμενος μάλιστα σε «τοξικολογικές» μετρήσεις, την ώρα που υπάρχουν πλήρεις μελέτες σε έμβιους οργανισμούς (in vivo).
Πάντως, ο FDA επισημαίνει ότι θα γίνουν επαναξιολογήσεις, – αποφεύγοντας να θέσει χρονοδιαγράμματα– σε ουσίες που όπως υποστηρίζει, παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες ανησυχίες για τη δημόσια υγεία.
INFO
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο : Frontiers Of Toxicology.
Παλαιότερη έρευνα στο : EHP Publishing
Άρθρο του FDA